Απόφαση υπ’ αρ. 76/2023 Ειρηνοδικείου Νέας Ιωνίας: Δέχεται αίτηση ιδιωτικού υπαλλήλου και της συζύγου του για υπαγωγή στο νόμο 3869/2010. Αντισυνταγματική η υποχρεωτική συνδρομή δόσεων του άρ. 8 και του άρ. 9.

Δέχεται εν μέρει αίτηση ιδιωτικού υπαλλήλου και της συζύγου του για υπαγωγή στο νόμο 3869/2010. Το Δικαστήριο δεν εφαρμόζει την διάταξη του άρ. 9 παρ.2 β του ν.3869/2010, όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παρ.3 του άρ.62 του v. 4549/2018, ως αντισυνταγματική στο μέτρο που εφαρμόζεται αναδρομικά. Ορίζει μηδενικές καταβολές για δόση του άρθρου 8 επί τριετία. Εξαιρεί κύρια κατοικία αιτούντων από εκποίηση υπό τον όρο καταβολής ποσού που αντιστοιχεί στο 80% της αντικειμενικής αξίας σε 360 μηνιαίες δόσεις, η καταβολή των οποίων θα αρχίσει μετά την παρέλευση της τριετίας.

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

(Ν.3869/2010)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 76/2023

Αρ. έκθ. κατ. αρχικής αίτησης : [•]/30.12.2015

E.A.K. αίτησης ηλεκτρον. επαναπροσδιορισμού : [•]/30.08.2021

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Κλεονίκη Αλεξοπούλου Ειρηνοδίκη Νέας Ιωνίας, και από τη Γραμματέα Ευθαλία Αυξέντη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 2 Δεκεμβρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1) [•] [•] του [•] και της [•], με Α.Φ.Μ. [•], και 2) [•] [•] του [•] και της [•], με Α.Φ.Μ. [•], αμφοτέρων κατοίκων Νέας Ιωνίας Αττικής, επί της οδού [•] αρ. [•], οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στη δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Σπυρίδωνα Αδάμ (ΑΜ ΔΣΑ 032921) που προκατέθεσε εμπρόθεσμα έγγραφες προτάσεις την 15η.11.2021 (άρθρο 4 Η παρ. 1 Ν. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020), αλλά δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «[•] Α.Ε.», που εδρεύει ην Αθήνα, οδός [•] αρ. [•], με Α.Φ.Μ. [•], εκπροσωπουμένης, που προκατέθεσε εμπρόθεσμα έγγραφες προτάσεις την 30η.09.2021 (άρθρο 4Η παρ. 1 N. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020), αλλά δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή για όσους λόγους επικαλούνται σε αυτή, η από 30-12-2015 αίτησή τους, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε με αριθμ. έκθ. κατ. [•]/2015 και προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 5ης-04-2019, κατά την οποία η συζήτηση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 16ης-09-2019, ότε και αναβλήθηκε εκ νέου για τη δικάσιμο της 04-12-2020. Ωστόσο, κατά την ως άνω δικάσιμο, η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώθηκε στο πλαίσιο της λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας της COVlD-19. Κατόπιν, με Πράξη της Προϊσταμένης Ειρηνοδίκη του Δικαστηρίου τούτου, η υπόθεση επαναπροσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 11ης-10-2021. Με την υπ’ αριθμ. [•] αίτηση επαναπροσδιορισμού, που υποβλήθηκε μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης, με χρήση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, μέσω του πληρεξούσιου δικηγόρου των αιτούντων Σπυρίδωνος Αδάμ, και για την οποία συντάχθηκε από τη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου οι με Γ.Α.Κ. [•]/2021 και Ε.Α.Κ. [•]/2021 έκθεση κατάθεσης δικογράφου, η εκκρεμής αίτηση ρύθμισης οφειλών εισήχθησαν εκ νέου προς συζήτηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 4Α, 4B και 4Δ παρ. 1 Ν. 3869/2010, όπως αυτά προστέθηκαν με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020. Μετά το πέρας των προθεσμιών των άρθρων 4Η, 4Θ και 4ΙΑ του Ν. 3869/2010, όπως αυτά προστέθηκαν με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020, ορίστηκαν Δικαστής και χρόνος συζήτησης της υπόθεσης οι αναφερόμενοι στην αρχή της παρούσας και η υπόθεση γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η υπόθεση συζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4ΙΒ παρ.3 του ν,3869/2010, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Ι. Ανάμεσα στα δικαιώματα συγκαταλέγεται πλέον και η προστασία της κύριας κατοικίας, η οποία στην ελληνική έννομη τάξη προστατευόταν από τον v. 3869/2010, αφού, υπήρχε νόμιμη προσδοκία, ότι μπορούσε να ικανοποιηθεί η προστασία της κύριας κατοικίας με τον συνδυασμό της ρύθμισης του άρ.8 παρ.2 που στηριζόταν σε εισοδηματικά κριτήρια επί τριετία και της ρυθμίσεως του άρ.9 παρ.2 προ της ισχύος του ν.4336/2015, κατά την οποία μετά τη χορήγηση περιόδου χάριτος ακολουθούσε η καταβολή οποιουδήποτε ποσού για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του αιτούντος. Πλην όμως, κατά το άρ.9 παρ.2 β του ν.3869/2010, όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παρ.3 του άρ.62 του v. 4549/2018 «Κατά το χρονικό διάστημα των καταβολών της παρ.2 του άρ.8, το δικαστήριο κατανέμει το ποσό που μπορεί να καταβάλει ο οφειλέτης μεταξύ της ρύθμισης οφειλών του άρ.8 και του σχεδίου διευθέτησης οφειλών του παρόντος άρθρου, διασφαλίζοντας ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν, στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης». Συνεπώς, καταργείται πλέον η δυνατότητα χορήγησης περιόδου χάριτος μεταξύ του χρόνου ισχύος των δύο διατάξεων του άρ.8 και 9 και εφαρμόζεται στις εκκρεμείς κατά την έναρξη του νόμου αιτήσεις (βλ. παρ.2α και 2β του άρ.9, όπως προστέθηκε με την παρ.3 του άρ.62 ν.4549/2Ο18, Φ.Ε.Κ. Α’ 105/14.6.2Ο18, και, σύμφωνα με την παρ.8 του άρ.68 του αυτού νόμου, εφαρμόζεται και στις δίκες που είναι εκκρεμείς κατά την έναρξη της ισχύος του). Αυτή η σαφής αναδρομική κατάργηση της περιόδου χάριτος δυνάμει των προαναφερόμενων διατάξεων, έχει ως αποτέλεσμα ότι θα συμπέσουν χρονικά οι δύο ρυθμίσεις για μηνιαίες καταβολές, αυτές δηλαδή των άρ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2, επομένως ο οφειλέτης θα κληθεί να καταβάλει κατά την πρώτη τριετία, που θα λειτουργήσουν παράλληλα, ποσά σημαντικά μεγαλύτερα αυτών που δύναται με βάση τα εισοδήματα και τις ανάγκες του, που αποτελούν και τ κριτήρια για τον ορισμό του ποσού των καταβολών της ρύθμισης του άρ.8 παρ.2, γεγονός που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην έκπτωσή του, αντί της επιδιωκόμενης απαλλαγής του. Εφ’ όσον η εκπλήρωση της ρύθμισης Του  άρ.8 παρ. 2 εξαρτάται κατά τον νόμο από εισοδηματικά κριτήρια που θεσπίζει η διάταξη αυτή, η δε πραγμάτωσή της είναι αδύνατη εάν λειτουργήσει παράλληλα με τη ρύθμιση του άρ.9 παρ.2, όπως τροποποιήθηκε με τις κατωτέρω διατάξεις, αφού ανατρέπεται πλήρως η βάση της για τον ορισμό των δόσεων, δηλαδή η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, όπως αυτή κρίθηκε με βάση τα εισοδηματικά κριτήρια της διάταξης, θα πρέπει κατά λογική ακολουθία η δεύτερη ρύθμιση να έπεται της πρώτης, πράγμα που μπορεί να συμβεί με τη χορήγηση ισόχρονης της πρώτης ρύθμισης περιόδου χάριτος ώστε να μη συμπέσουν οι δύο ρυθμίσεις, όπως ρητά προβλεπόταν από το προγενέστερο δίκαιο και έγινε δεκτό υπό την ισχύ του από τη νομολογία (ΜΠρΚορ 175/2018, ΝΟΜΟΣ). Η δε αξίωση προστασίας της κύριας κατοικίας ήταν γεννημένη κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του πιο πάνω v. 4549/2018, η δε αναδρομική κατάργηση της αξίωσης αυτής παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης σε ένα σταθερό νομοθετικό πλαίσιο που αφορά την προστασία της κύριας κατοικίας και τη διαχείριση των οφειλών των δανειοληπτών, το οποίο κάθε έτος μεταβάλλεται και επιφέρει σοβαρές οικονομικές διαταραχές τόσο στους δανειολήπτες όσο και στο ίδιο το τραπεζικό σύστημα. Συνεπώς, η αναδρομική εφαρμογή του άρ. 9 παρ. 2 β, όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παρ.3 του άρ.62 του v.4549/2018, δηλαδή η διάταξη του άρ.68 παρ. 6 του είναι αντίθετη με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αφού με την πιο πάνω αναδρομική εφαρμογή εξυπηρετείται μόνο το συμφέρον των πιστωτών, οι οποίοι πλέον με δεδομένη την έκπτωση των οφειλετών θα δύνανται να επισπεύδουν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της κύριας κατοικίας του, ενώ υπό την ισχύ των προηγουμένων διατάξεων, εξοφλούσαν έστω μακροπρόθεσμα μέρος των οφειλών τους και διέσωζαν την κύρια κατοικία τους. Επίσης, από την αναδρομική αυτή εφαρμογή που συνεπάγεται την εφαρμογή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της κύριας κατοικίας των οφειλετών, δεν εξυπηρετείται κάποια δραστηριότητα του κράτους,  επηρεάζεται αρνητικά η οικονομική κατάσταση της χώρας, αφού αυξάνεται   το ποσοστό των κοινωνικά και οικονομικά εξαθλιωμένων πολιτών συνακόλουθα δεν συντρέχει δημόσια ωφέλεια, αναφορά της οποίας ούτε καν περιέχεται ούτε στο πιο πάνω άρ.68 παρ.6 ν.4549/2018 αλλά ούτε και στην αιτιολογική του έκθεση. Εξάλλου, οι προαναφερθείσες διατάξεις του ν. 4549/2018 προσβάλλουν και τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας, αφού δεν υπολογίζουν το πραγματικό μακροπρόθεσμο οικονομικό συμφέρον των πιστωτών, οι οποίοι αντί να εξοφληθούν έστω και μερικώς σε ορισμένη χρονική περίοδο με συνέπεια τη ρευστότητά τους, την επανακυκλοφορία του χρήματος και συνεπώς την επιβίωσή τους, θα μετατραπούν σε «τράπεζες ακινήτων», δυσχερώς ρευστοποιήσιμων για τον μοναδικό λόγο της κατάργησης της τριετίας που αποτελούσε συνήθως την περίοδο χάριτος, η οποία τριετία είναι σημαντική για τους οικονομικά αδύναμους δανειολήπτες, για τους πιστωτές όμως των οποίων η επιβίωση βασίζεται σε ένα μακροοικονομικό ορίζοντα και όχι στα τρία επόμενα χρόνια, είναι ασήμαντη, δοθέντος ότι το συνολικό ποσό που θα καταβάλει ο κάθε δανειολήπτης δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη περιόδου χάριτος. Τέλος, οι πιο πάνω διατάξεις του ν.4549/2018 θίγουν και ακυρώνουν τον πυρήνα του ν.3869/2010 στόχος του οποίου είναι η προστασία της κύριας κατοικίας των πραγματικά αδύναμων οικονομικά οφειλετών αφού τις καταβολές δύο παράλληλα ρυθμίσεων ήτοι διπλές καταβολές μπορούν πράγματι να καταβάλλουν μόνο οι έχοντες εισοδήματα στρατηγικοί κακοπληρωτές τα οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι άδηλα και οι φορολογικές αρχές αδυνατούν να εντοπίσουν, προκειμένου να επωφεληθούν από το οποιοδήποτε κούρεμα των οφειλών τους, ενώ οι οικονομικά αδύναμοι δανειολήπτες δεν θα μπορέσουν να καταβάλουν σε μικρότερο χρονικό διάστημα το ποσό που ούτως ή άλλως θα κατέβαλαν στο διάστημα που έκρινε το δικαστήριο, η δε συμπίεση του ποσού αυτού σε μικρότερο χρονικό διάστημα θα εξαναγκάσει τους δανειολήπτες να υποχωρήσουν στις προτάσεις των πιστωτών οι οποίοι παρέχουν τη χρονική παράταση που οι δανειολήπτες ζητούν υπό τον όρο όμως της αύξησης των επιτοκίων, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν την ένταξή τους στο v. 3869/2010 μετά την τροποποίηση των διατάξεων που αφορούν την περίοδο χάριτος τις διατάξεις του v. 4549/2018 ακόμα κι αν έχουν ασκήσει τις αιτήσεις. Με βάση τα προαναφερθέντα, η αναδρομική κατάργησή των πιο πάνω αξιώσεων περί προστασίας της κύριας κατοικίας, δια των διατάξεων – του άρ.9 παρ.2 ν.3869/2010 όπως τροποποιήθηκε από την παρ.3 του άρ.62 του ν. 4549/2018 καθώς και δια των διατάξεων του άρ.68 παρ.8 είναι αντίθετη με τα άρ.2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 4, 17 και 25 παρ. 1 Συντάγματος, 2 ΑΚ και καθώς στις υπερνομοθετικής ισχύος (άρ.28 παρ. 1 του Συντ.) διατάξεις των άρ.6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και επομένως, το παρόν Δικαστήριο αρνείται την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων ως αντισυνταγματικών (ΕιρΝεμέας 97/2019, αδημ.).

ΙΙ. Με την υπό κρίση αίτησή τους, όπως παραδεκτώς διορθώθηκε με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν νομοτύπως, οι αιτούντες επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας, μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους προς την καθ’ ης και εκθέτοντας την οικογενειακή και περιουσιακή τους κατάσταση, ζητούν, κατ’ ορθή εκτίμηση του αιτητικού της ένδικης αίτησης τους, να επικυρωθεί το προτεινόμενο από αυτούς σχέδιο διευθέτησης οφειλών, με τη συγκατάθεση της πιστώτριάς τους, ώστε να αποκτήσει το σχέδιο αυτό ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, σε περίπτωση δε μη επίτευξης προδικαστικού συμβιβασμού, να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών τους με ορισμό μηδενικών μηνιαίων καταβολών για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, με βάση τις διατάξεις του Ν. 3869/2010 «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις». Ζητούν, επίσης, να εξαιρεθεί από την εκποίηση της περιουσίας τους η περιγραφόμενη στην αίτηση κύρια κατοικία τους, κείμενη στη Νέα Ιωνία Αττικής, που τους ανήκει κατά την πλήρη συγκυριότητα, με ορισμό μηνιαίων καταβολών στο πλαίσιο του άρ. 9 παρ.2 του ν.3869/2010, καθώς και το Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο που ανήκει στην πλήρη και αποκλειστική κυριότητα του αιτούντος. Τέλος, ζητούν να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της παραπάνω τριετούς ρύθμισης των οφειλών τους, θα απαλλαγούν από τα χρέη τους προς την καθ’ ης πιστώτρια, με την επιφύλαξη της κατ’ αρ. 9 v. 3869/2010 διάσωσης της κύριας κατοικίας τους.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση, παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 του v. 3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της : i) τηρήθηκε η εμπρόθεσμη και νομότυπη επίδοση της αίτησης μέσα στην προθεσμία των 15 ημερών από την κατάθεσή της, ii) τηρήθηκε η προδικασία του προδικαστικού συμβιβασμού που προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 5§2, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί και ισχύει για την υπό κρίση αίτηση, και iii) η αίτηση επαναπροσδιορισμού που υποβλήθηκε εμπρόθεσμα μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης, με χρήση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (άρθρο 4Δ παρ. 1 Ν. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του N. 4745/2020), μαζί με τη με Γ.Α.Κ. 4335/30-08-2021 και Ε.Α.Κ. 1771/30-08-2021 πράξη κατάθεσης αυτής, που συντάχθηκε από τη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 4E Ν. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020), επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στις 30-08-2021 στη μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια, μέσα στην προθεσμία των 30 ημερών από την κατάθεση της αίτησης επαναπροσδιορισμού στην Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, όπως προβλέπει η διάταξη του άρθρου 4ΣΤ παρ. 5 του Ν. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020 (βλ. τη σχετική βεβαίωση επίδοσης), iv) προσκομίζονται με τις προτάσεις των αιτούντων τα έγγραφα που προβλέπονται από το άρθρο 4Η παρ. 2 Ν. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020 και v) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της Χώρας, Ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή τους για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ άρθρ. 13 παρ. 2 v. 3869/10. Περαιτέρω, η αίτηση είναι ορισμένη και νόμιμη, παρά τα ενάντια υποστηριζόμενα από την καθ’ ης πιστώτρια, διότι στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 8  9 και 11 του Ν. 3869/2010, όπως αυτά ισχύουν μετά Την τροποποίησή τους από τους Ν. 4161/2013, 4336/2015 και 4549/2018. Ωστόσο, το αίτημα να επικυρωθεί το Σχέδιο διευθέτησης είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του δεν αποτελεί αντικείμενο της αίτησης του άρθρου 4 παράγραφος 1 του Ν. 3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλλει αντιρρήσεις γι’ αυτό συγκατατίθενται όλοι σε αυτό. Στην περίπτωση αυτή, ο Ειρηνοδίκης, αφού, διαπιστώσει την επίτευξη συμβιβασμού, επικυρώνει, με απόφασή του, το Σχέδιο, το οποίο, από την επικύρωσή του, αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού (βλ. ΕιρΑλεξανδ 485/2013, ΕιρΓυθ. 11/2013, ΕιρΚαβάλ. 213/2012, ΕιρΚαβάλ 388/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ακόμα, μη νόμιμο τυγχάνει το αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση του I.X.E. αυτοκινήτου του αιτούντος, καθώς ο Ν. 3869/2010, κατά τη διαλαμβανόμενη στο άρθρο 9 παρ. 2 ρητή πρόβλεψή του, επιφυλάσσει την εξαίρεση αυτή μόνο για το ακίνητο που αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος οφειλέτη. Επίσης, μη νόμιμο τυγχάνει το αίτημα να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης του Δικαστηρίου, θα απαλλαγούν οι αιτούντες από τα χρέη τους, με την επιφύλαξη αυτών που ρυθμίσθηκαν για την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας τους, αφού η αιτούμενη αναγνώριση συνιστά αίτημα και περιεχόμενο μεταγενέστερης αίτησης που υποβάλλεται στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται επί της αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του αυτού νόμου, ως τούτο ρητά αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του Ν. 3869/2010, ενώ σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις του άρθρου 69 του ΚΠολΔ, ώστε να θεωρηθεί ότι η πρόωρη δικαστική προστασία επιτρεπτώς ζητείται (ΕιρΠολυγ 64/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕιρΚορ 89/2013, ΕιρΚαβ 161/2012 ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη είναι η ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που προβλήθηκε, καθώς ο Ν. 3869/2010 αποβλέπει στη δυνατότητα να δοθεί δεύτερη ευκαιρία στο υπερχρεωμένο φυσικό πρόσωπο για επανένταξη στην κοινωνική και οικονομική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει (βλ. Αιτιολογική Έκθεση Ν. 3869/2010 και ΕιρΑκράτας 7 και 8/2012 ό. π.). Ως εκ τούτου, η επιδίωξη των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους, σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα του Ν. 3869/2010, δεν συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, δηλαδή άσκηση με τρόπο αντίθετο στην καλή πίστη, τα Χρηστά ήθη καυ τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του, αφού ο δανειολήπτης ασκεί νόμιμο δικαίωμά του σε ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου που επιτάσσει τον οικονομικό και κοινωνικό απεγκλωβισμό του, προκειμένου να ενταχθεί στην κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα, με γνώμονα το γενικότερο συμφέρον (βλ. ΜΠρΑλεξανδρούπολης 190/2012 ο. π. και ΕιρΛάρισας 65/2013 αδημ.). Άλλωστε, το κατά πόσον οι αιτούντες πληρούν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010 και, σε περίπτωση που η αίτηση γίνει δεκτή και ως ουσία βάσιμη, το ποια είναι η μηνιαία δόση που θα κληθούν να καταβάλλουν, είναι ζητήματα ουσίας που θα τα κρίνει το Δικαστήριο μετά το πέρας της αποδεικτικής διαδικασίας. Επομένως, κατά τον βαθμό που η υπό κρίση αίτηση κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Περαιτέρω, σημειούται ότι η προβληθείσα από την ως άνω καθ’ ης ένσταση νόμω και ουσία αβασίμου της ένδικης αίτησης, δικονομικά λειτουργεί ως αιτιολογημένη άρνηση της προϋπόθεσης της πραγματικής αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών των αιτούντων και θα εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

ΙΙΙ. Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία κατωτέρω, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα, κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων, (άρθρα 744 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

O αιτών, γεννηθείς το έτος 1978 (ετών 44), είναι νυμφευμένος από το έτος 2009, με την αιτούσα, γεννηθείσα το έτος 1983 (ετών 39). Από τον γάμο τους αυτόν απέκτησαν ένα τέκνο, άνευ κυρίου ονόματος, γεννηθέν το έτος 2019 (ετών 2), όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από τους αιτούντες με ημερομηνία 13-03-2019 Βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του τμήματος Αστικής και Δημοτικής κατάστασης της Διεύθυνσης Αστικής και Δημοτικής κατάστασης του Υπουργείου Εσωτερικών. Οι αιτούντες εργάζονταν ως ιδιωτικοί υπάλληλοι, με οικογενειακό εισόδημα ύψους 25.000,00 ευρώ ετησίως, ήτοι 2.000 ευρώ μηνιαίως.

Ωστόσο, από τον Απρίλιο του έτους 2013, ο αιτών πάσχει από βαριά κινητική αναπηρία συνεπεία σπαστικής παραπληγίας με ορθοκυστικές διαταραχές επί εδάφους χειρουργηθείσας θωρακικής μυελοπάθειας, τις οποίες υπέστη κατόπιν τεσσάρων διαδοχικών χειρουργείων που έλαβαν χώρα προς αντιμετώπιση σοβαρής δισκοκήλης με επακόλουθη πίεση του νωτιαίου μυελού στο διάστημα Θ6-Θ7, και οι οποίες έλαβαν Χώρα τον Φεβρουάριο έως τον Μάϊο του 2013. Όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από τους αιτούντες ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της με ημερομηνία 16-10-2015 Γνωστοποίησης αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας της Επιτροπής του ΙΚΑ, ο αιτών κρίθηκε ανάπηρος σε ποσοστό 90% από 01-11-2015 και εφ’ όρου ζωής, και κρίθηκε ότι χρήζει βοηθείας και συμπαράστασης έτερου προσώπου εφ’ όρου ζωής, καθώς διεγνώσθη με παραπληγία με ορθοκυστικές διαταραχές επί εδάφους χειρουργη0είσας θωρακικής μυελοπάθειας, με παραπληγία  κινητική αναπηρία. Η μόνιμη ανάγκη για επίβλεψη, βοήθεια και συνδρομή άλλου προσώπου, ελλείψει άλλης εναλλακτικής, δεν επιτρέπει και στη δεύτερη αιτούσα να εργασθεί, αφού οι αιτούντες δεν διαθέτουν οικονομικούς πόρους για αποκλειστικές νοσοκόμες η για κάποια άλλη εναλλακτική παροχή υπηρεσιών. Ενδεικτικά, αναγκάσθηκαν, μετά από ιατρικές συστάσεις, να μεταβούν προς νοσηλεία στο Θεσσαλικό Κέντρο «ΑΡΩΓΗ», το οποίο βρίσκεται στη Νίκαια Λάρισας, έτσι ώστε να μπορέσει να υποβληθεί σε φυσιοθεραπευτική αγωγή και αποκατάσταση, όπου το κόστος ήταν τεράστιο. Μόνον για τις δαπάνες που αφορούσαν το κέντρο, ανέρχονταν στο ύψος των 9.883,29 ευρώ, για το διάστημα από 07-06-2013 έως 22-09-2014 (βλ. την προσκομιζόμενη από 03-11-2014 βεβαίωση του κέντρου), ενώ σε αυτές θα πρέπει να προστεθούν οι δαπάνες που αφορούσαν στη διαμονή των αιτούντων στην πόλη της Λάρισας αλλά και την εν γένει διαβίωσή τους, καθώς και τη συντήρηση της οικίας τους στην Αθήνα, η οποία κατά το διάστημα αυτό δεν κατοικούνταν, ωστόσο είχε πάγια έξοδα. Σημερα, το μοναδικό εισόδημα των αιτούντων, προέρχεται από το επίδομα αναπηρίας που λαμβάνει ο αιτών, ύψους 1.421,52 ευρώ μηνιαίως.

Οι μηνιαίες βιοτικές ανάγκες των αιτούντων και του τέκνου τους, όπως ένδυση, υπόδηση, διατροφή, μετακινήσεις, λογαριασμοί, υπολογιζόμενου μαζί με τους νέους φόρους, ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη, συνεκτιμωμένης της αναπηρίας σε ποσοστό 90% του αιτούντος και των αυξημένων ιατρικών δαπανών που αυτή συνεπάγεται, εκτιμώνται στο ποσό των 1.500,00 ευρώ.

Οι αιτούντες διαθέτουν την πλήρη συγκυριότητα ενός διαμερίσματος πρώτου ορόφου, σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, επιφανείας 79,67 τ.μ., έτους κατασκευης το 2008, σε οικοδομή κειμένη στη Νέα Ιωνία Αττικής, επί της οδού [•] αρ. [•]. Στο ως άνω ακίνητο ανήκουν ως παραρτήματα αυτού, μία υπόγεια αποθήκη επιφανείας 11,25 τ.μ. και ένας υπόγειος Χώρος στάθμευσης επιφανείας 4,35 τ.μ.. Το ως άνω ποσοστό εκάστου εκ των αιτούντων επί του ανωτέρω ακινήτου, μετά των παραρτημάτων του, έχει συνολική αντικειμενική αξία ύψους 33.598,60 ευρώ (32.266,35 + 1.032,75 + 299,50). Ακόμα, ο αιτών διαθέτει την πλήρη και αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή, του υπ’ αριθμ. κυκλοφ. [•] [•] Ι.X.E. αυτοκινήτου, εργοστασίου κατασκευής [•], 1399 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας το 2006, εκτιμώμενης εμπορικής αξίας ύψους 3.000,00 ευρώ.

Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της κρινόμενης αιτήσεως, και συγκεκριμένα τα έτη 2009 και 2010, οι αιτούντες είχαν αναλάβει, τα παρακάτω χρέη, προς την καθ’ ης πιστώτριά τους. τα οποία θεωρούνται, κατά πλάσμα του νόμου, με την κοινοποίηση της κρινόμενης αιτήσεως ληξιπρόθεσμα και των οποίων ο εκτοκισμός δεν συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι τον χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης, πλην των εμπραγμάτως ασφαλισμένων στεγαστικών δανείων (άρ. 6 παρ. 3 v. 3869/2010). Συγκεκριμένα, ο αιτών προς τη μοναδική μετέχουσα στη δίκη καθ’ ης πιστώτρια τράπεζα με την επωνυμία «[•] A.E.» : α) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης καταναλωτικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 84,54 ευρώ, β) δυνάμει της υπ’ αριθμ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 117.528,91 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη, με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης Α’ σειράς ποσού 135.850,00 ευρώ επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων, y) δυνάμει της υπ’ αριθμ. [•] σύμβασης πιστωτικής κάρτας, οφείλει, πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 0,72 ευρώ, δ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 11.269,04 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης Γ’ σειράς ποσού 12.354,70 ευρώ, επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων, ε) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 2.251,75 ευρώ, στ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως εγγυητής, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 22.353,88 ευρώ, ζ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. 4235087614 σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 50.151,84 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης Β  σειράς ποσού 59.150,00 ευρώ, επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων, και η) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 1.083,56 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη από την καθ’ ης από 29-09-2021 αναλυτική κατάσταση οφειλών για τον αιτούντα).

Επομένως, το σύνολο των οφειλών του αιτούντος προς τη μετέχουσα στη δίκη καθ’ ης πιστώτριά του, ανέρχεται στο ποσό των 204.724,24 ευρώ (84,54 + 117.528,91 + 0,72 + 11.269,04 + 2.251,75 + 22.353,88 + 50.151,84 + 1.083,56), και αφαιρουμένου του ποσού των 5.870,00 ευρώ, που κατέβαλαν με την αιτούσα, συμμορφούμενοι με το περιεχόμενο της από 28-11-2016 προσωρινής διαταγής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, που τους υποχρέωνε να καταβάλουν το ποσό των 75,00 ευρώ έκαστος μηνιαίως, διαμορφώνεται στο ποσό των 198.854,24 ευρώ (βλ. τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους αιτούντες αποδεικτικά καταβολών).

Η αιτούσα προς τη μοναδική μετέχουσα στη δίκη καθ’ ης πιστώτρια πεζα με την επωνυμία «[•] Α.Ε.» : δυνάμει της υπ’ αριθμ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 117.528,91 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης Α’ σειράς ποσού 135.850,00 ευρώ, επί της κύριας κατοικίας των αιτουντων, β) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 50.151,84 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης Β’ σειράς ποσού 59.150,00 ευρώ, επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων, γ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 2.251, 75 ευρώ, δ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•]  σύμβασης καταναλωτικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτης, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 84,54 ευρώ, ε) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως εγγυήτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό  των 11.269,04 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης Γ’ σειράς ποσού 12.354,70 ευρώ, επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων, στ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. [•] σύμβασης καταναλωτικής πίστης, οφείλει, ως  πρωτοφειλέτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, Το ποσό των 2.434,60 ευρώ, και ζ) δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογ. 4239022851 σύμβασης στεγαστικής πίστης, οφείλει, ως πρωτοφειλέτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 1.083,56 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη από την καθ’ ης από 2909-2021 αναλυτική κατάσταση οφειλών για την αιτούσα).

Επομένως, το σύνολο των οφειλών της αιτούσας προς τη μετέχουσα στη δίκη καθ’ ης πιστώτριά της, ανέρχεται στο ποσό των 184.804,24 ευρώ (117.528,91 + 50.151,84 + 2.251,75 + 84,54 + 11269,04 + 2.434,60 + 1.083,56), και αφαιρουμένου του ποσού των 5.870,00 ευρώ, που κατέβαλαν με τον αιτούντα, συμμορφούμενοι με το περιεχόμενο της από 28-11-2016 προσωρινής διαταγής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, που τους υποχρέωνε να καταβάλουν το ποσό των 75,00 ευρώ έκαστος μηνιαίως, διαμορφώνεται στο ποσό των 178.934,24 ευρώ (βλ. τα προσκομιζόμενα επικλήσεως από τους αιτούντες αποδεικτικά καταβολών).

Οι αιτούντες έλαβαν τα έτη 2009 και 2010 τα επίδικα δάνεια, για αντιμετώπιση των στεγαστικών και καταναλωτικών αναγκών οικογένειάς τους, και μέχρι το έτος 2013, ήταν απόλυτα συνεπείς στην καταβολή των μηνιαίων δόσεων για τις επίδικες οφειλές τους. Ωστόσο, άλλα γεγονότα, όπως το γεγονός ότι ο αιτών κατέστη ανάπηρος σε ποσοστό 90% και εξ αυτού του λόγου χρήζει διαρκούς βοηθείας έτερου προσώπου, το οποίο συνεπάγεται ραγδαία αύξηση των δαπανών των αιτούντων, η συνακόλουθη αδυναμία της αιτούσας να εργασθεί, καθώς πρέπει να παρέχει η ίδια βοήθεια στον αιτούντα ελλείψει οικονομικών πόρων για την απασχόληση άλλου προσώπου, η γέννηση του τέκνου τους, οι συνεχώς αυξανόμενες δανειακές τους υποχρεώσεις, εξαιτίας της επιβάρυνσης των δανείων τους με τόκους, σε συνδυασμό με το γνωστό στο Δικαστήριο γεγονός της ραγδαίας αύξησης του κόστους ζωής και των φορολογικών υποχρεώσεων προς το κράτος, από τα έτη 2010 και εντεύθεν (αύξηση του Φ.Π.Α. από 19% σε 23%, επιβολή ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων, αύξηση φορολογικών συντελεστών και τεκμηρίων, μείωση αφορολόγητου ορίου), είχαν ως αποτέλεσμα οι αιτούντες να αδυνατούν πλήρως από το έτος 2014 και εφεξής να ανταποκριθούν στις τρέχουσες δανειακές τους υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα αυτές να έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες. Κατά δε την κρίση του Δικαστηρίου, οι αιτούντες, δεδομένου ότι δεν αναμένεται στο εγγύς μέλλον ουσιαστική βελτίωση της οικονομικής κατάστασής τους, αλλά ενδεχομένως επιδείνωσή της στο μέλλον, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα δυσμενείς οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα, βρίσκονται σε μόνιμη αδυναμία εκπλήρωσης των δανειακών τους υποχρεώσεων. Επομένως, καθίσταται προφανές ότι το εισόδημα των αιτούντων που ανέρχεται στο ποσό των 1.421,52 ευρώ μηνιαίως, δεν δύναται να καλύψει το σύνολο των δανειακών τους υποχρεώσεων, η συνολική δόση για την αποπληρωμή των οποίων ανέρχεται στο ποσό των 850,00 ευρώ μηνιαίως, και τις βιοτικές ανάγκες της οικογένειάς τους. Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι οι αιτούντες, οι οποίοι δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών τους προς την καθ’ ης πιστώτριά τους. Η αρνητική σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών των αιτούντων κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο δεν αναμένεται να βελτιωθεί τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον αφενός λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, και αφετέρου λόγω των συνεχώς αυξανόμενων οικονομικών τους υποχρεώσεων εξαιτίας της επιβάρυνσης των δανείων τους με τόκους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στην πληρωμή τους. Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι οι αιτούντες, οι οποίοι δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών τους προς την καθ’ ης πιστώτριά τους.

Επομένως, συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής των αιτούντων στις διατάξεις του νόμου 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με τους N. 4161/2013, 4336/2015 και 4549/2018, καθόσον έχουν ήδη περιέλθει χωρίς δόλο σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους, τα, οποία ούτε έχουν αναληφθεί εντός του τελευταίου έτους πριν την υποβολή της αίτησης ούτε περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης χρέη,  όπως ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 154 του νόμου.

Ωστόσο, οι αιτούντες δεν μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 εδ. α’ του ν. 3869/2010 για μηνιαίες καταβολές για χρονικό διάστημα τριών έως πέντε ετών, αφού αδυνατούν πραγματικά, αφενός ενόψει των πολύ υψηλών ιατρικών δαπανών του αιτούντος, αφετέρου δε της διαρκώς επιδεινούμενης οικονομικής κατάστασης της χώρας, γεγονότα τα οποία κατατείνουν στην πλήρη αδυναμία τους να καταβάλλουν οποιοδήποτε κατ’ ελάχιστο χρηματικό ποσό, χωρίς να κινδυνεύσει η στοιχειωδώς αξιοπρεπής διαβίωσή τους. Επομένως, το Δικαστήριο θα πρέπει να ορίσει απευθείας μηνιαίες μηδενικές καταβολές προς την καθ’ ης πιστώτριά τους, δεδομένου ότι συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 3869/2010 για χρονικό διάστημα τριών ετών (36 μηνών), καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα επέλθει πλήρης εξαθλίωσή τους. Συγχρόνως δε το Δικαστήριο κρίνει, ότι δεν είναι απαραίτητο να ορισθεί νέα δικάσιμος για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων δόσεων.

Εξάλλου, οι αιτούντες έχουν εκ του νόμου υποχρέωση σε περίπτωση αλλαγής της οικονομικής της κατάστασης και των οικογενειακών τ εισοδημάτων προς το καλύτερο, να προβούν σε έγκαιρη και νομόίΙ1 γνωστοποίηση αυτών (αρ. 8 παρ. 3 εδ. γ’ του v. 3869/2010). Σε κάθε περίπτωση η καθ’ ης πιστώτρια ή οι αιτούντες δανειολήπτες δύνανται να προβούν στην τροποποίηση της παρούσας απόφασης, εφόσον τούτ δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων των τελευταίων (αρ. 8 παρ. 4 του v. 3869/2010).

Περαιτέρω, δεδομένου ότι προβάλλεται από τους αιτούντες αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας τους, που ανήκει στην πλήρη συγκυριότητά τους, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, και το υπόλοιπο των χρεών εκάστου εξ αυτών υπερβαίνει το ποσό του 80% της αντικειμενικής αξίας του ως άνω ποσοστού συγκυριότητάς του επί της κύριας κατοικίας τους, το οποίο δεν υπερβαίνει το όριο αφορολογήτου ποσού απόκτησης πρώτης κατοικίας προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό, όπως απαιτεί ο νόμος για την εν λόγω εξαίρεση από την εκποίηση, θα πρέπει να ρυθμιστούν τα χρέη τους μέχρι το ύψος αυτού του ποσού του 80% της αντικειμενικής αξίας του ως άνω εμπράγματου δικαιώματος εκάστου εξ αυτών επί της κύριας κατοικίας τους. Έτσι, μετά το τελευταίο αυτό αίτημα καθίσταται υποχρεωτική για το Δικαστήριο τούτο η ρύθμιση του άρ.9§2, εφόσον δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων της καθ’ ης πιστώτριάς τους και καθότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που τάσσει η ως άνω διάταξη. Όπως ήδη εκτέθηκε, οι αιτούντες διαθέτουν την πλήρη συγκυριότητα ενός διαμερίσματος πρώτου ορόφου, σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, επιφανείας 79,67 τ.μ., έτους κατασκευής το 2008, σε οικοδομή κειμένη στη Νέα Ιωνία Αττικής, επί της οδού [•] αρ. [•]. Στο ως άνω ακίνητο ανήκουν ως παραρτηματα αυτού, μία υπόγεια αποθήκη επιφανείας 11,25 τ.μ. και ένας υπόγειος Χώρος στάθμευσης επιφανείας 4,35 τ.μ.. Το ως άνω ποσοστό εκάστου εκ των αιτούντων επί του ανωτέρω ακινήτου, μετά των παραρτημάτων του, έχει συνολική αντικειμενική αξία ύψους 33.598,60 ευρώ (32.266,35 + 1.032,75 + 299,50). Στο πλαίσιο της ρύθμισης αυτής του άρθρου 9 παρ. 2 Ν.3869/10, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της ως άνω κύριας κατοικίας των  αιτούντων. Όσον αφορά στον χρόνο αποπληρωμής του ως άνω ποσού των 26.878,88 ευρώ (80% Χ 33.598,60), σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9  αρ. 2 N. 3869/10, αυτός δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 20 χρόνια, πλην εάν η διάρκεια των δανειακών συμβάσεων ήταν μεγαλύτερη και πάντως δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 35 έτη. Εν προκειμένω, ο χρόνος αποπληρωμής, λαμβανομένων υπόψη του ύψους των οφειλών των αιτούντων, της ηλικίας τους και της οικονομικής τους δυνατότητας, θα πρέπει να οριστεί σε 30 χρόνια. Επομένως, το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης για τη διάσωση της κατοικίας τους, θα ανέρχεται, για έκαστο εκ των αιτούντων, σε αυτό των 74,66 ευρώ, δηλαδή € 26.878,88 : 360 (τριάντα χρόνια Χ 12 δόσεις το χρόνο), συμμέτρως καταβαλλόμενο προς τις επιμέρους απαιτήσεις της καθ’ ης πιστώτριάς τους. οι έτερες οφειλές από τις απαιτήσεις της καθ’ ης πιστώτριάς τους εκ των ως άνω δανείων, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, καθώς δεν είναι δυνατόν να επιβληθούν περαιτέρω οικονομικές επιβαρύνσεις στους αιτούντες και ως εκ τούτου απαλλάσσονται οι τελευταίοι από αυτές. Η καταβολή λοιπόν των δόσεων για τη διάσωση της κύριας κατοικίας των αιτούντων θα ξεκινήσει την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα μετά την παρέλευση τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, καθ’ όσον κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στους αιτούντες περίοδος Χάριτος, ώστε να προετοιμαστούν και να είναι συνεπείς με τη ρύθμιση αυτή, παρά το όσα ορίζουν οι διατάξεις των παρ.2α και 20 του άρ.9 του v-3869/2010, όπως προστέθηκε με την παρ.3 του άρ.62 του ν.4549/2Ο18, Φ.Ε.Κ. A’ 105/14.6.2018, και της παρ.8 του άρ.68 του v. 4549/2018, λόγω της αντίθεσής τους στις διατάξεις των άρ.2 παρ. 1, 5 παρ,1, 25 παρ. 1, 4 και 17 του Συντάγματος, 2 ΑΚ καθώς και στις υπερνομοθετικής ισχύος (άρ.28 παρ. 1 του Συντάγματος) διατάξεις των άρ. 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ αλλά και στον ίδιο τον πυρήνα του ν.3869/2010, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Η καταβολή θα γίνει εντόκως χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τέλος, η απαλλαγή των αιτούντων θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (αρθρ. 11 παρ. 1 ν  3869/2010), μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που τους  επιβάλλονται με την απόφαση αυτή. 

Επισημαίνεται ότι το υπ’ αριθμ. κυκλοφ. [•] [•] Ι.X.E. όχημα μου  αιτούντος, θα πρέπει να εξαιρεθεί της ρευστοποίησης, αφενός λόγω της  χαμηλής εμπορικής του αξίας, και αφετέρου καθώς κρίνεται απαραίτητο για τις μετακινήσεις των αιτούντων.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η ένδικη αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της, και να ρυθμιστούν τα χρέη των αιτούντων, με σκοπό την απαλλαγή τους, με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας τους, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Παράβολο ερημοδικίας δεν θα οριστεί, διότι δεν προβλέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής (άρθρο 14 ν. 3869/2010). Τέλος, δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ένδικη αίτηση.

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη των αιτούντων με τον ορισμό μηδενικών μηνιαίων καταβολών προς την καθ’ ης πιστώτριά τους επί τριετία, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία των αιτούντων, όπως λεπτομερώς περιγράφεται στο ιστορικό της παρούσας.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε έκαστο εκ των αιτούντων την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της ανωτέρω κατοικίας τους το ποσό των 26.878,88 €, η αποπληρωμή του οποίου θα γίνει σε τριάντα χρόνια, ήτοι σε 360 ισόποσες μηνιαίες καταβολές, ποσού εβδομήντα τεσσάρων ευρώ και εξήντα έξι λεπτών (€ 74,66) για έκαστο εξ αυτών, συμμέτρως καταβαλλόμενου προς τις επιμέρους απαιτήσεις της καθ’ ης πιστώτριάς τους. Οι δόσεις, οι οποίες θα είναι καταβλητέες εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, θα ξεκινήσουν να καταβάλλονται μετά την παρέλευση τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, εντόκως χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Νέα Ιωνία Αττικής, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, και με την παρουσία της Γραμματέως της έδρας, την 8 Φεβρουαρίου 2023.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ