ΕιρΑθ 6165/2019 – Υπαγωγή στο ν. 3869/2010 συνταξιούχου

 

Υπαγωγή στο ν. 3869/2010 συνταξιούχου. Ιδανικό μερίδιο πρώτης κατοικίας. . Οι καταβληθείσες δόσεις της προσωρινής διαταγής συνυπολογίζονται στις δόσεις του άρ. 8§2 σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 4549/2018, χωρίς την υποχρέωση περαιτέρω καταβολών από την αιτούσα.

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ 6165/2019

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας

Ρύθμιση Οφειλών Υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Μαρία-Ιωάννα Μαυρούκα την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών με την  παρουσία της Γραμματέως Ειρήνης Μαυρομάτη

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 9 Οκτωβρίου 2019 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ των διαδίκων:

Της αιτούσας: ……………….. ……………….., χήρας ………………..  ……………….., το γένος ……………….., κατοίκου ……………….. Αττικής (οδός ……………….. αρ. …) με Α.Φ.Μ.: ……………….., η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου Σπυρίδωνος Αδάμ (ΑΜ ΔΣΑ 32921)       

Των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών, οι οποίοι κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρα 5 ν.3869/2010 και 748 παρ.2 ΚπολΔ): -1. Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ERGASIAS ΑΕ» και το διακριτικό τίτλο «EUROBANK ERGASIAS» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα,  αυτοτελώς για τις δικές της απαιτήσεις και ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου ……………….. ………………..  -2. Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου ……………….. ………………..  -3. Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας υπό ειδική εκκαθάριση με την επωνυμία «HELLENIC POST CREDIT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο και -4. Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΕ» εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο.

Η αιτούσα με την από 3-12-2018 αίτησή της, διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης ……………….. /……………….. /7-12-2018, για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, ζήτησε όσα αναφέρονται σ’ αυτή.

Κατά την προκείμενη δικάσιμο, μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά εγγραφής της σε αυτό, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρισταμένων διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

Ακολούθησε η συζήτηση, όπως αναφέρεται στα σχετικά πρακτικά, το δε Δικαστήριο αφού:

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις υπ’ αριθμ. ……………….. εκθέσεις επίδοση του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών  ……………….. που προσκομίζει και επικαλείται η αιτούσα προκύπτει, ότι αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα προς τη 3η και 4η των καθών πιστωτριών, οι οποίες κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά της από το πινάκιο βρέθηκαν απούσες. Επομένως, εφόσον αυτές δεν παρασταθηκαν κατά τη δικασιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσης πρέπει να δικαστούν ερήμην. Όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 754 παρ. 2 παρ. Ι Κ.Πολ.Δ).

Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, ζητεί τη διευθέτησή τους από το δικαστήριο, κατά το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο με την  εξαίρεση από τη ρευστοποίηση του ακινήτου που χρησιμοποιεί ως κύρια κατοικία της.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση, όπως παραδεκτά συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε κατ’ άρθρο 236 και 745 Κ.Πολ.Δ με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της αιτούσας και με τις έγγραφες προτάσεις της, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρο 3 του Ν. 3869/2010) στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η ως άνω οφειλέτης και σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. με το άρθρο 3 του Ν. 3869/2010. Για το παραδεκτό της αιτήσεως προσκομίζονται τα απαιτούμενα έγγραφα του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 καθώς και αυτά για την επικαιροποίηση του φακέλου που κατατέθηκαν εμπρόθεσμα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου. Επίσης, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές της (άρθρο 13 παρ.2 Ν.3869/2010). Περαιτέρω η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των παρισταμένων πιστωτών, καθόσον περιέχει τα απαραίτητα για τον έλεγχο της νομικής και ουσιαστικής της βασιμότητας στοιχεία κατά το άρθρο 1 ν. 3869/2010. Τα μη αναφερόμενα στοιχεία, είναι αντικείμενα απόδειξης και ανταπόδειξης κατά την έρευνα της ουσιαστικής της βασιμότητας και ειδικότερα της συνδρομής των όρων υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, καθόσον, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 744, 745, 751 Κ.Πολ.Δ, ο ιδιόρρυθμος  χαρακτήρας της εκουσίας δικαιοδοσίας ως μέσου προστασίας, κυρίως δημοσίας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε Ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (άρθρο 115 παρ.3 Κ.Πολ.Δ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ.2 Κ.Πολ.Δ. Είναι δε νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3 , 8, 9 και 11 του ιδίου ως άνω νόμου, ως ισχύουν τροποποιημένες από τις  αντίστοιχες των άρθρων 56-64 του ν. 4549/2018 που εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς κατά το χρόνο δημοσίευσής του δίκες. Επομένως, εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των πιστωτών της πρέπει η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

Οι καθού πιστωτές της αιτούσας πρόβαλαν τις ενστάσεις δόλιας περιέλευσής σε αδυναμία πληρωμής και καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της, όπως ειδικότερα τις ανέπτυξαν προφορικά στο ακροατήριο και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν. Οι ενστάσεις αυτές παραδεκτά προβάλλονται (αρθ. 262, 263 Κ.Πολ.Δ) και είναι νόμιμες, στηριζόμενες στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3869/2010 και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω αν είναι και κατ’ ουσίαν βάσιμες.

Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης της αιτούσας στο ακροατήριο, η οποία περιλαμβάνεται στα με τον ίδιο αριθμό με την παρούσα απόφαση, πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, των εγγράφων που νόμιμα και εμπρόθεσμα προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, όσων εξέθεσαν προφορικά και γραπτά οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης:

Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος 1952, είναι χήρα από το έτος 2007, έχει δύο ενήλικα τέκνα οικονομικώς ανεξάρτητα και κατοικεί σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας της, το οποίο βρίσκεται στον Άλιμο Αττικής. Η ανωτέρω είναι συνταξιούχος του Δημοσίου με καθαρές μηνιαίες αποδοχές από κύρια σύνταξη, επικουρική και σύνταξη χηρείας ύψους συνολικά 1.205,17 ευρώ. Η αιτούσα συνταξιοδοτήθηκε το έτος 2001, ενώ, προ της συνταξιοδοτήσεώς της εργάστηκε στο Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών. Από την παράθεση των εκκαθαριστικών σημειωμάτων και των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που προσκομίζονται προκύπτει ότι το ετήσιο ατομικό εισόδημα της αιτούσας ανήλθε κατά μέσο όρο σε 18.500 € έως το έτος 2012. Συγκεκριμένα το ατομικό εισόδημα της αιτούσας ανήλθε σε 10.867,73 € το έτος 2006, 20.866,11 € το έτος 2007, 24.587,73 € το έτος 2008, 24.313,18 € το έτος 2009, 24.081,01 € το έτος 2010, 23.405,75 € το έτος 2011, 23.349,11 € το έτος 2012, 19.419,94 € το έτος 2013, 18.257,71 € το έτος 2014, 17.080,78 € το έτος 2015, 16.428,51 € το έτος 2016, 16.853,33 € το έτος 2017 και 14.462,04 € το έτος 2018.

Από τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης (Ε9) σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. ……../…-10-2007 συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας της ιμβολαιογράφου Αθηνών, Αικατερίνης ΛΑΒΔΑ-ΜΠΟΜΠΟΥ και το φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας ακινήτου, τα οποία προσκομίζει η αιτούσα, προκύπτει ότι η ανωτέρω είναι δικαιούχος εμπράγματου δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 62,5% ενός διαμερίσματος δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 92 τ.μ., έτους κατασκευής 1986, το οποίο βρίσκεται στον Άλιμο Αττικής επί της οδού Ερεχθείου αρ. 79Α . Η αντικειμενική αξία του ποσοστού του δικαιώματος της αιτούσας επί του άνω ακινήτου, του οποίου ζητείται η εξαίρεση από τη ρευστοποίηση επειδή πρόκειται για το ακίνητο περιουσιακό της στοιχείο το οποίο χρησιμοποιεί ως κύρια κατοικία της και ως τέτοια ζητεί να προστατευθεί,  ανέρχεται στο ποσό των 47.701 €, ενώ, η εμπορική αξία του ποσοστού του δικαιώματός της επί του άνω ακινήτου, εκτιμάται με βάση την τοποθεσία, την έκταση, το έτος κατασκευής και τις κρατούσες συνθήκες στην αγορά ακινήτων, σε 60.600 €. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η αιτούσα είναι δικαιούχος εμπράγματου δικαιώματος πλήρους  κυριότητας κατά ποσοστό α) 25% ενός αγροτεμαχίου εκτάσεως 329 τ.μ., ευρισκόμενο στο Δασκαλειό Αττικής, αξίας 500 ευρώ και β) 100% πέντε αγροτεμαχίων, ευρισκόμενων στην Πλατανόβρυση Χιλιοχωρίων Μεσσηνίας, εκτάσεως 7.500 τ.μ., 3.500 τ.μ., 4.500 τ.μ. και 1.000 τ.μ. αντίστοιχα, μηδαμινής αξίας, καθόσον πρόκειται για μη αρδεύσιμες καλλιέργειες. Τέλος η αιτούσα είναι ιδιοκτήτρια ενός ΙΧΕ αυτοκινήτου μάρκας ΤΟΥΟΤΑ STARLET, έτους πρώτης κυκλοφορίας 1997, αξίας 800 ευρώ.

Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία κατά πλάσμα του νόμου θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης αυτής, εκτός του εμπραγμάτως ασφαλισμένου χρέους, ο εκτοκισμός του οποίου συνεχίζεται με το επιτόκιο της ενήμερης οφειλής μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της αιτούσας ανέρχονται κατόπιν συνυπολογισμού των καταβολών στις οποίες προέβη δυνάμει της από 19-12-2013 και της από 10-1-2019 προσωρινής διαταγής στο ποσό των [114.496,09 αρχική οφειλή — (400 € * 56 μήνες καταβολές της από 19-12-2013 π.δ. =) 22.400 — (200 € * 8 μήνες καταβολές της από 10-1-2019 π.δ.) 1.600 90.496,09 €. Συγκεκριμένα η αιτούσα οφείλει: 1) Στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ERGASIAS ΑΕ» 42.519,35 € από α) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου (35.558,07 €) και β) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου (6.961,28 €). Η ανωτέρω υπό στοιχ. 1β απαίτηση της καθής είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης σε βάρος της κύριας κατοικίας της αιτούσας. Στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ» 42.960,87 € από α) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου (42.682,13 €), β) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου (31,11 €) και γ) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου (247,63 €). 3) Στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «POST CRETID ΑΕ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ» 4.732,71 € από α) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας στην οποία ενέχεται ως εγγυήτρια (923,58 €), β) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας στην οποία ενέχεται ως εγγυήτρια (2.666 €) και γ) την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας (1.143,13 €) και 4) Στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΕ» € από την υπ’ αριθμ. ……………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου (283,17 €).

Ο δανεισμός της αιτούσας ξεκίνησε το έτος 2000 και ολοκληρώθηκε το έτος 2011 όταν η αιτούσα συγκέντρωσε σε ένα δάνειο με ευνοϊκότερους όρους αποπληρωμής μέρος των έως τότε υφιστάμενων οφειλών της από προγενέστερα δάνεια. Ο κύριος όγκος του χρέους της αιτούσας προέρχεται από καταναλωτικά τραπεζικά προϊόντα, καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες, που έλαβε εντός του προαναφερόμενου χρονικού διαστήματος, 2006 έως 2010, για την κάλυψη έκτακτων οικογενειακών αναγκών, κυρίως ιατροφαρμακευτικών δαπανών και δαπανών νοσηλείας του συζύγου της, ο οποίος απεβίωσε το έτος 2007, ενώ, μέρος αυτού (χρέους) προέρχεται από ένα στεγαστικό δάνειο που έλαβε το έτος 2006 για την επισκευή της κύριας κατοικίας της, δεδομένης της παλαιότητας αυτής, αφού πρόκειται για ακίνητο που κατασκευάστηκε το έτος 1986. Κατά τα προαναφερόμενα έτη δανεισμού το εισόδημα της αιτούσας από την εργασία της αρχικά και μετέπειτα από τη σύνταξή της, ήταν αρκούντως ικανοποιητικό, ανερχόμενο κατά μέσο όρο σε 2.050 ευρώ μηνιαίως και επαρκούσε για την πληρωμή των ενήμερων δόσεων των παραπάνω δανείων, ύψους περίπου 1.100 ευρώ. Σημειώνεται ότι η αιτούσα ως δημόσιος υπάλληλος είχε σταθερή εργασία με ικανοποιητικές αποδοχές, οι οποίες κατά τη τετραετία που αυτή ανέλαβε το κύριο όγκο της σημερινής της οφειλής, ήτοι κατά τα έτη 2006-2010, είχαν ανοδική πορεία αφού αυξήθηκαν κατά περίπου 3.500 ευρώ ετησίως. Οι προς ρύθμιση πιστώσεις  χορηγήθηκαν στην αιτούσα από τις καθών πιστώτριες διαδοχικά και ανάλογα με το ύψος των εισοδημάτων της, η ανοδική πορεία του οποίου ενίσχυε την πιστοληπτική της ικανότητα για κάθε περαιτέρω δανειοδότησή της. Σε κάθε περίπτωση ανεξάρτητα από το ύψος του ατομικού εισοδήματος της αιτούσας, έως και το έτος 2007 στη κάλυψη των  δαπανών διαβίωσης αυτής και της οικογένειάς της συνεισέφερε με το ατομικό του εισόδημα από τη δική του εργασία, ως ναυτικός, και ο σύζυγός της, οι αποδοχές του οποίου ανέρχονταν σε 1.300 ευρώ μηνιαίως. Με αυτά τα εισοδηματικά και οικονομικά δεδομένα η αιτούσα υπήρξε συνεπής ως προς την αποπληρωμή των δανειακών της υποχρεώσεων από το χρόνο ανάληψής τους έως το έτος 2013, όταν περιήλθε σε γενική και μόνιμη αδυναμία πληρωμής και έπαψε οριστικά τις πληρωμές προς όλους τους πιστωτές της. Κατ’ εκείνο το χρόνο το εισόδημα της αιτούσας μειώθηκε σε ποσοστό άνω του 30% συγκριτικά με το αντίστοιχο εισόδημα προηγούμενων ετών και κυρίως των ετών δανεισμού και εξυπηρέτησης της οφειλής. Η αδυναμία ωστόσο της αιτούσας να ανταποκριθεί προσηκόντως στην εξυπηρέτηση του χρέους της ήταν ήδη εμφανής από το έτος 2012, όταν για πρώτη φορά μειώθηκε το ατομικό της εισόδημα εξαιτίας των περικοπών που επιβλήθηκαν επί των συντάξιμων αποδοχών της καθώς και της κατάργησης των δώρων και των ειδικών επιδομάτων που επί σειρά ετών αυτή ελάμβανε. Η αιτούσα ωστόσο εξακολούθησε τις πληρωμές προς τους πιστωτές της κατόπιν ρύθμισης του χρέους της με ορισμένους εξ αυτών και καταβάλλοντας έναντι της ενήμερης δόσης προς τους λοιπούς πιστωτές της, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση του έως τότε διαχειρίσιμου χρέους της με επιπλέον τόκους καθυστέρησης και ανατοκισμό αυτών. Η μείωση του εισοδήματος της αιτούσας, που συνεχίστηκε κατά τα επόμενα χρόνια, συνδυάστηκε με το ήδη, από το έτος 2007, με το μειωμένο οικογενειακό της εισόδημα λόγω του θανάτου του συζύγου της καθώς και με την αύξηση του κόστους διαβίωσης της ίδιας και των τέκνων της, δεδομένης της υπερκοστολόγησης αγαθών πρώτης ανάγκης και της επιβολής πρόσθετων μέτρων φορολόγησης. Η από το έτος 2007 και ένθεν διαρκής μείωση του εισοδήματος της αιτούσας και το ταυτόχρονα αυξανόμενο κόστος διαβίωσης ήταν οι λόγοι που κατέστησαν την, κατά το έτος 2012, ταμειακή της δυσχέρεια, μόνιμη κι γενική αδυναμία πληρωμής. Τα παραπάνω απρόβλεπτα γεγονότα είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη ανατροπή των οικονομικών δεδομένων και του προϋπολογισμού της αιτούσας για την εξυπηρέτηση του χρέους της λόγω έλλειψης επαρκούς ρευστότητας για τη σύγχρονη κάλυψη των μηνιαίων δόσεων των ανωτέρω δανείων και των βιοτικών της αναγκών. Από την προαναφερόμενη εισοδηματική κατάσταση της αιτούσας και από όσα η ίδια κατέθεσε εξεταζόμενη ακροατήριο προέκυψε ότι ο κύριος λόγος που οδηγήθηκε αυτή σε αδυναμία πληρωμής ήταν η μείωση αφενός του ατομικού της εισοδήματος, συνεπεία των περικοπών που επιβλήθηκαν επί των συντάξιμων αποδοχών της, αφετέρου της μείωσης του οικογενειακού της εισοδήματος συνεπεία του θανάτου του συζύγου της. Αποδείχθηκε επομένως ότι η υπερχρέωσή της, οφειλόμενη μεταξύ άλλων και στα υψηλά επιτόκια που βαρύνουν τις επίδικες οφειλές, και η αδυναμία της να ανταποκριθεί έως και σήμερα στις δανειακές της υποχρεώσεις δεν οφείλονται σε δόλο, ενώ η προσπάθεια της να ρυθμίσει τα χρέη της δεν περιέχει στοιχεία καταχρηστικής συμπεριφοράς. Το μηνιαίο κόστος διαβίωσης της αιτούσας ανέρχεται σήμερα, κατά την εκτίμηση του Δικαστηρίου και σύμφωνα με το κοστολόγιο διαβίωσης που η ίδια παραθέτει στην αίτησή της, στο ποσό των 800 ευρώ για την αντιμετώπιση των βιοτικών της αναγκών, για διατροφή, θέρμανση, ΔΕΗ, ύδρευση, ανελαστικές δαπάνες προς ΔΟΥ, ιατροφαρμακευτικές δαπάνες κ.λ.π. Επομένως το διαθέσιμο προς τους πιστωτές της ποσό για την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους ανέρχεται σε 400 ευρώ ανά μήνα. Τα περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας, πλην της κύριας κατοικίας της οποίας ζητείται η διάσωση δεν κρίνονται επαρκή για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών της και επομένως το δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών από το οικογενειακό της εισόδημα για χρονικό διάστημα τριών ετών προς μερική εξόφληση των οφειλών της (άρθρ. 8 παρ. 2 εδ. 1 Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 61 παρ. 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 59 παρ. 2 του ν. 4549/2018 που εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς δίκες), αφού ελήφθησαν υπόψη το σύνολο του χρέους, οι οικονομικές της δυνατότητες και η ηλικία της. Για τον ακριβή προσδιορισμό του ποσού που υποχρεούται να καταβάλλει η αιτούσα στα πλαίσια της παρούσας ρύθμισης θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι προαναφερόμενες καταβολές της προσωρινής διαταγής στο χρονικό διάστημα της ρύθμισης αυτής, αφαιρώντας από το διαθέσιμο ποσό των 400 € ό,τι καταβλήθηκε συνολικά σε εκτέλεση της από 19-12-2013 προσωρινής διαταγής του άρθρου 5, διαιρούμενο διά το πλήθος των δόσεων της παρούσας ρύθμισης, 36 μηνιαίες δόσεις. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να προσδιορισθούν (400- [400 56 μήνες = 24.000/36=1 622,22 -222,22) μηδενικές μηνιαίες καταβολές στα πλαίσια της παρούσας ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 για την ρύθμιση των χρεών της αιτούσας, αφού η αιτούσα έχει καταβάλλει επί 56 μήνες χρηματικά ποσά που υπερβαίνουν τη μέγιστη δυνατότητα αποπληρωμής που αυτή σήμερα διαθέτει ενώ περαιτέρω με τις ως άνω καταβολές και τις καταβολές της από 10-1-2019 προσωρινής διαταγής επί 8 μήνες έχει εξαντλήσει τη παρούσα ρύθμιση. Με δεδομένο ωστόσο το γεγονός ότι η αιτούσα δύναται και προτίθεται να καταβάλλει το ως άνω ποσό (βλ. πρόταση σχεδίου και πρακτικά σελ. 4 στιχ. 20) για την εν γένει διευθέτηση των οφειλών της, οι μηνιαίες καταβολές του ποσού των 400 ευρώ θα ξεκινήσουν από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα και θα καταλογιστούν στη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2 του νόμου 3869/2010 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, αφού προβάλλεται αίτημα εξαίρεσής της από την εκποίηση, μετά το οποίο αυτή (διάσωση) είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό, ό.π.. σ. 148, αριθ. 16). Ειδικότερα, ως προς τη νομιμότητα του αιτήματος για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις αφού: α) το διαθέσιμο ατομικό της εισόδημα των 1.205,17 ευρώ μηνιαίως, δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης της, όπως ορίστηκαν παραπάνω στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, προσαυξημένες κατά 70% (1.205,17 < 1.420), β) η αντικειμενική της αξία (βλ. παραπάνω) δεν υπερβαίνει το όριο προστασίας που θέτει ο νόμος (180.000 € για έγγαμο προσαυξανόμενο κατά 20.000 € για κάθε τέκνο και μέχρι τρία κατ’ ανώτατο όριο) και γ) Η αιτούσα είναι συνεργάσιμη δανειολήπτης, καθότι ανταποκρίθηκε στους πιστωτές της όταν και όποτε την κάλεσαν. Στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές συνολικού ποσού 57.600 €, ο δε χρόνος αποπληρωμής του, θα πρέπει να οριστεί σε δώδεκα (12) έτη, ήτοι 144 μηνιαίες δόσεις, λαμβανομένων υπόψη, της διάρκειας των συμβάσεων των προς ρύθμιση χορηγούμενων πιστώσεων, το ύψους του ανταλλάγματος που πρέπει να πληρώσει η αιτούσα για τη διάσωση της κατοικίας της, την οικονομική της δυνατότητα και την ηλικίας της. Έτσι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε 400 € δηλαδή 57.600 ευρώ : 144 μήνες. Το παραπάνω ποσό του ανταλλάγματος θα επιτυγχανόταν από την αναγκαστική εκποίηση του ποσοστού του δικαιώματος της αιτούσας επί της κύριας κατοικίας της, δοθέντος ότι η εμπορική του αξία ανέρχεται σε 60.600 ευρώ, ποσό στο οποίο εκτιμάται λόγω των συνθηκών της αγοράς ότι θα εκποιηθεί στα πλαίσια αναγκαστικής εκτέλεσης (αρθ. 995 παρ. 1 εδ. δ’), τα δε έξοδα εκτέλεσης σε 3.000 ευρώ. Το ποσό αυτό αποτελεί το υποχρεωτικό αντάλλαγμα για τη διάσωση της κατοικίας, το οποίο υποχρεούται να καταβάλει η αιτούσα, εφόσον δεν αποδείχθηκε τρέχουσα και μελλοντική μέγιστη ικανότητα αποπληρωμής τέτοια, από την οποία να προκύπτει με βεβαιότητα ότι θα εκπληρώσει με τον προτεινόμενο στην αιτησή της τρόπο την υποχρέωση της αποπληρωμής του πιο πάνω ποσού των 57.600 ευρώ του ανταλλάγματος για τη διάσωση της κατοικίας, κατά τη διάρκεια των 12 ετών του χρόνου της ρύθμισης. Η καταβολή λοιπόν των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης μήνα και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η διανομή των μηνιαίων δόσεων προς τους πιστωτές θα γίνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 974 επ ΚΠολΔ.

Τέλος, όσον αφορά την εκποίηση της λοιπής περιουσίας της αιτούσας, ήτοι τα αγροτεμάχια της αιτούσας των οποίων είναι εμπράγματος δικαιούχος κατά ποσοστό 100% ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, καθώς και το ΙΧΕ αυτοκίνητό της, με βάση την κοινή πείρα και λαμβανομένων υπόψη των σημερινών συνθηκών αγοράς και της μικρής τους αξίας, δεν φαίνεται ότι μπορεί η εκποίησή τους να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, κρίνεται δε σε κάθε περίπτωση ότι τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία δεν είναι επιδεκτικά ρευστοποιήσεως κατά τρόπο που να παρέχουν προσδοκία απολήψεως αναλόγου ανταλλάγματος. Πρέπει επομένως να εξαιρεθούν από την εκποίηση, κρίνοντας αυτή οικονομικά ασύμφορη, λαμβανομένων υπόψη των εξόδων που  απαιτούνται για τη σχετική διαδικασία.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές της αιτούσας εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με τα όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Η απαλλαγή της από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι των πιστωτών της, θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 Ν.3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεών της. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της τρίτης και τέταρτης των καθών και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Δέχεται εν μέρει την αίτηση.

Εξαιρεί από την εκποίηση την κύρια κατοικία της αιτούσας ήτοι ένα διαμέρισμα δευτέρου ορόφου επιφάνειας 92 τ.μ., έτους κατασκευής 1986, το οποίο βρίσκεται ……………….. Αττικής επί της οδού ……………….. αρ. … και του οποίου η αιτούσα είναι δικαιούχος εμπράγματου δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 62,5%.

Επιβάλλει στην αιτούσα να καταβάλει για τη διάσωση της άνω κατοικίας της το ποσό των 57.600 € που θα καταβληθεί, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας, σε 144 μηνιαίες δόσεις των 400 € η κάθε μία. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνεται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα και ορίζεται να ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης μήνα, θα γίνει δε χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στην Αθήνα στο ακροατήριο του, στις 2019.

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ